Samstag, 7. Mai 2016

Οι άνθρωποι της Αβύσσου Jack London

Ο Τζακ Λόντον ήταν ο αγαπημένος συγγραφέας του Λένιν και ο πιο πολυδιαβασμένος συγγραφέας στην πρώην ΕΣΣΔ.
Και δικός μου αγαπημένος.
Σήμερα μου ήρθε στο μυαλό, η εικόνα των δύο όντων που σέρνονται ετοιμοθάνατα και τα δυο στον απέραντο και παγωμένο Καναδά, ενός ανθρώπου και ενός λύκου να τον  ακολουθεί. Ο λύκος μου μοιάζει με την ΕΕ και ο άνθρωπος με τον ¨Ελληνα.

‘Ένας άνθρωπος περιπλανιέται στην μεγάλη απεραντοσύνη του καναδικού βορρά, πεινασμένος εξαντλημένος. Έχει χάσει τον δρόμο του, ο σύντροφός του πέθανε. Προσπαθεί να φτάσει στην ακτή.
Ένας λύκος τον ακολουθεί. Ένας λύκος, όμως άρρωστος, σχεδόν το ίδιο άσχημα μ’ αυτόν, που δεν τολμά να του επιτεθεί όσο φαίνεται να διατηρεί ακόμα κάποιες δυνάμεις.
Τελικά ο άνθρωπος ανίκανος να προχωρήσει περισσότερο πέφτει κάτω. Ο λύκος, που πιστεύει πως ήρθε η στιγμή, πλησιάζει και προσπαθεί να μπήξει τα δόντια του στη σάρκα του ανθρώπου. Αλλά είναι και ο ίδιος τόσο αδυνατισμένος από την αρρώστια που δεν κατορθώνει να κλείσει τα σαγόνια του πάνω στη λεία του. Ο άνθρωπος κάνει τότε μια ύστατη προσπάθεια: δαγκώνει τον λύκο και η δύ
ναμη της απελπισίας είναι τόσο μεγάλη που τα δόντια του ανοίγουν μια πληγή στο ζώο, από όπου πίνει το αίμα του. Αυτή η τροφή του δίνει τη δύναμη να συνεχίσει τον δρόμο του".
Ο Τζάκ,  πήγε στις αρχές του 20ου αιώνα στο Λονδίνο και έζησα στο πιο φτωχό διαμέρισμά του  Ηστ – Εντ. Πέταξε τα κυριλέ του ρούχα, φόρεσε παλιόρουχα και παρακολούθησε από κοντά την Αυγή ή μάλλον το Μεσουράνημα του καπιταλισμού. 
Τις εμπειρίες του κατέγραψε στους «ανθρώπους της αβύσσου». Παρότι δεν είναι η πρώτη φορά που έρχομαι αντιμέτωπη (σε γραφτό κείμενο) με την ακραία φτώχεια το βιβλίο με στοίχειωσε.

Στην πρωτεύουσα της πιο πλούσιας χώρας του κόσμου, της Αυτοκρατορίας που μεγαλύτερη δεν είχε δει η ανθρωπότητα μέχρι τότε, 470.000 άτομα ζούν σαν ποντίκια, χωρίς ποτέ να χορταίνουν ψωμί, χωρίς να έχουν ένα κρεβάτι να κοιμηθούν, χωρίς να έχουν ζεστά ρούχα να ζεστάνουν τα κόκαλά τους, χωρίς να είναι σε θέση να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, χωρίς να μπορούν να πάνε νοσοκομείο. Ζούν μια ζωή χωρίς την ελάχιστη ευχαρίστηση. Τα σπίτια τους, όσοι έχουν την πολυτέλεια να ζουν σε σπίτι και όχι στον δρόμο είναι τρώγλες 2,5 επί 2,5 και ζουν 5-8 άτομα ο ένας επάνω στον άλλο.
Πόσο μπορεί να τρομάζει η κόλαση αυτούς τους ανθρώπους;
Σίγουρα καθόλου. Εξ άλλου πολλές εκατοντάδες ετησίως προτιμούσαν να πέφτουν στο ποτάμι που διασχίζει αυτή την αυτοκρατορική πόλη, παρά να πάνε να ζήσουν στις τρώγλες τους.
Διαβάζοντας τους «ανθρώπους της αβύσσου» θυμήθηκα μια παλιά μου ανάρτηση περί μισθών και αμοιβών κατά τον 21ον αιώνα!
Και μην μου πει κανείς, να σκεφτώ τους καημένους τους μετανάστες, γιατί ακριβώς οι μετανάστες είναι το εργαλείο της παγκοσμιοποίησης, που μ αυτό θα σπρώξει η σημερινή Αυτοκρατορία του χρήματος όλον τον πλανήτη στις συνθήκες όπου
«δεν έχω να φάω,
δεν έχω κρεβάτι να κοιμηθώ,
σπίτι να ησυχάσω,
αγάπη να δεχτώ και αγάπη να δώσω,
αλλά πάνω απ όλα
δεν έχω δύναμη να αντισταθώ».
Γι αυτό, ας ξυπνήσουμε, όσο ακόμα έχουμε ψωμί στο στομάχι μας και αίμα στο μυαλό μας.

http://ange-ta.blogspot.gr/2007/07/blog-post_17.html

Keine Kommentare:

Kommentar veröffentlichen

καλημέρα και καλά σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...