Montag, 10. Januar 2011

Απο την Ιστορία των Γεωργιών του κόσμου, Marcel Mazoyer, Laurenc Roudart Ι


Αν συμπιέζαμε 500.000 χρόνια (από τότε δηλαδή που ο άνθρωπος ανακάλυψε τη φωτιά), σε μια ανθρώπινη ζωή διάρκειας 80 χρόνων, τότε θα βλέπαμε έναν ήσυχο άνθρωπο να μεταμορφώνεται στο τέλος της ζωής του σε ένα παράδοξο νευρόσπαστο. Αυτός ο παράξενος 80-χρονος έζησε 78 χρόνια χωρίς να κάνει τίποτε άλλο εκτός  από το να παρατηρεί τη φύση, και να περνάει τη ζωή του ως κυνηγός και τροφοσυλλέκτης. Τρεις μήνες μετά τα 78α γενέθλιά του , ανακάλυψε τη γεωργία και εξημέρωσε το πρόβατο και την αγελάδα. Στα 79 του άρχισε να οργώνει με άροτρο, ξύλινο ακόμα αφού τον σίδηρο τον ανακάλυψε 6 μήνες μετά. Έναν μήνα* πριν πατήσει τα 80 του, έχει προοδεύει αρκετά, ώστε να οργώνει με βαριά διπλά άροτρα, να σκάβει πιο βαθιά τη γη ώστε να καθιστά περισσότερα εδάφη αρόσιμα, χωρίς ωστόσο να συμβαίνουν ακόμα συγκλονιστικά γεγονότα. Είμαστε στη καρδιά του Μεσαίωνα και ο Κολόμβος έχει σαλπάρει με το «Σαντα Μαρία» και άλλα δύο σαπιοκάραβα για τον νέο κόσμο. Η νέα εποχή χαράζει, ο πληθυσμός παρουσιάζει μια δραματική έκρηξη, ο άνθρωπος αγριεύει και 3 μέρες πριν τα 80 του έχει πίσω του δύο παγκόσμιους πολέμους. Έχει ήδη ξεκινήσει, μόλις μια ημέρα πριν, η μηχανοκίνητη ζεύξη. Στις επόμενες δύο μέρες (μετά δηλαδή τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο) ξεπερνάει κάθε προηγούμενο παράδειγμα! Με τα ανόργανα λιπάσματα και τα ολοένα περιπλοκότερα γεωργικά μηχανήματα, η γεωργία και η κτηνοτροφία γίνεται η απασχόληση (αφ υψηλού προφανώς) των πλουσίων! Δισεκατομμύρια φτωχοί αγρότες μένουν χωρίς γη, χωρίς τροφή, χωρίς δουλειά. Σέρνονται πεινασμένοι σκλάβοι στη ίδια τους τη γη , όπως ένα μήνα πριν, οι μαύροι της Αφρικής ξεφορτώνονταν σαν σακιά στη κλεμμένη γη των ινδιάνων για να παράγουν πλούτη για τους σφετεριστές γαιών, ξένης περιουσίας και ανθρώπινης ευτυχίας .

**

Μόνο (!) 10 ή το πολύ 11 χιλιάδες χρόνια έχουν περάσει από τότε που ο άνθρωπος άρχισε να σπέρνει και να οργώνει.
Αν μπορούσε να κάνει κανείς μια κινηματογραφική ταινία με πρωταγωνιστή τον Άνθρωπο από την ημέρα που πήρε στα χέρια του μια πέτρα και άρχισε να την κάνει εργαλείο μέχρι σήμερα, τότε η ταινία αυτή θα περνούσε από μία βαριά αργή ταχύτητα στην αρχή, με το ένα φωνήεν να απέχει χιλιάδες χρόνια από το άλλο, σε μια ολοένα αυξανόμενη, φτάνοντας στις μέρες μας, όπου κανείς δεν θα προλάβαινε ν ακούσει τίποτε άλλο εκτός από μια δυσνόητη κατηφορική στριγκλιά. Στην αρχή το πρόσωπό του θα φωτίζονταν ζεστά και χαρούμενα, κάθε φορά που θα ανακάλυπτε κάτι καινούργιο, αλλά στο τέλος το φως θα μετατρέπονταν σε έναν βαθύ και δυσανάγνωστο ζόφο.
Και αν κάποιος επιχειρούσε να χρονολογήσει την εξέλιξη του, ξεκινώντας από τον Homo Erectus ή ακόμα και από τον Homo Habilis – δηλαδή δύο εκατομμύρια χρόνια πριν - μέχρι τις μέρες μας, τότε θα χρειαζόταν διαφορετικές κλίμακες μέτρησης. Στην αυγή της εξέλιξης ο άνθρωπος κινείται στην κλίμακα των εκατοντάδων χιλιάδων χρόνων, (η φωτιά τιθασεύτηκε πριν περίπου 500.000 χρόνια), αργότερα περνάει στη κλίμακα των χιλιετιών, (με την ανακάλυψη της γεωργίας και του αρότρου) έπειτα σ αυτή των αιώνων (με την χρήση αρότρων με πολλαπλά υνιά – βαριά ζεύξη) και τέλος στις μέρες μας στην κλίμακα των δεκαετιών (με την ανακάλυψη της μηχανοκίνητης ζεύξης).
Είναι άραγε αυτή η τεράστια απόσταση από την μία περίοδο στην άλλη δείγμα μειωμένης εγκεφαλικής δραστηριότητας των πρώτων ανθρωπείδων; Ή πιο απλά, ήταν οι πρόγονοί μας τόσο πολύ πιο κουτοί από μας; Μάλλον αυτό είναι ένα ερώτημα άλλης φύσεως από την παρούσα ανάρτηση. Πάντως για να μην αφήσω το ερώτημα ανοιχτό σε ότι αφορά τη δική μου άποψη, δεν το πιστεύω. Γνωρίζουμε ότι ο εγκέφαλος των δύο πρώτων ανθρωπείδων ήταν πιο ελαφρύς από αυτόν του Homo sapiens – sapiens, ο οποίος περπάτησε στη γη πριν 50.000 χρόνια, και ίσως αυτό μας επιτρέπει να θεωρήσουμε αυτούς τους προγόνους μας όντως χαμηλότερων πνευματικών ικανοτήτων, αλλά γιατί ο Homo sapiens – sapiens χρειάστηκε 40.000 χρόνια για να αρχίζει να σπέρνει σπόρους και να παράγει αποθέματα τροφής; Μήπως κάτι μας διαφεύγει; Εγώ, πάντως, αντικρίσω με δέος αυτή την προσεκτική ιχνηλάτηση του περιβάλλοντος, αυτή την αργή και ήρεμη κατανόηση των νόμων της φύσης, ενώ αντίθετα δεν μπορώ παρά να νοιώσω μια αποστροφή για την υβριστική πια επέμβαση του σημερινού ανθρώπου στο περιβάλλον και την διατάραξη κάθε ισορροπίας μεταξύ ανθρώπινης ζωής και ζωής στον πλανήτη μας εν γένει. Σήμερα την εποχή της βραδύτητας την έχει αντικαταστήσει η εποχή της φρενήρους ταχύτητας, που δεν σηματοδοτεί άλλο τι «πάρεξ θάνατο πικρό» που θα έλεγε και ο ποιητής.

Αλλά, ας φύγουμε από δυσάρεστες σκέψεις, που καθόλου δεν λείπουν τις μέρες μας και ας κάνουμε μια σύντομη βόλτα στο μακρινό, πολύ μακρινό παρελθόν μας.
Στα πρώτα χρόνια, ο άνθρωπος έσπερνε και όργωνε με τα χέρια του. Η εξημέρωση ζώων, δηλαδή των αιγοπροβάτων και των βοοειδών (σε μερικές περιοχές), χάνεται στην ένατη π.χ. χιλιετία (δηλαδή πριν την ανακάλυψη της γεωργίας). Τα αιγοπρόβατα προσφέρουν στο κυρίαρχο νοητικά ζώο το γάλα τους, το κρέας τους, το μαλλί τους και το δέρμα τους.
Με την γεωργία και τη κτηνοτροφία ο άνθρωπος από τροφοσυλλέκτης και κυνηγός, που ήταν μέχρι πριν την εξημέρωση των αιγοπροβάτων, εξελίχτηκε σε γεωργό και κτηνοτρόφο. Η κτηνοτροφία, όχι μόνο του έδινε τροφή, πλούσια σε πρωτεΐνες, που είχε ανάγκη προκειμένου να αντεπεξέλθει στις βαριές χειρονακτικές ασχολίες, χωρίς να αναγκάζεται να κυνηγάει καθημερινά για τον επιούσιο, αλλά λίπαινε και πλούτιζε το έδαφος με τα περιττώματα των ζώων.

Με τη γεωργία και με την κτηνοτροφία, η μία να υποστηρίζει την άλλη, ο άνθρωπος άρχισε να μειώνει τις μετακινήσεις του, να διαθέτει περισσότερη και κυρίως αποθηκευμένη τροφή και γι αυτό μεγαλύτερη ανεξαρτησία από τις τυχόν κακές καιρικές συνθήκες. Άρχιζε δηλαδή να δημιουργεί αποθέματα τροφής, κάτι που και αν ακόμα δεν θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε πλούτο, σίγουρα πάντως άρχισε να κινείται προς αυτή τη κατεύθυνση.

Στα πρώτα στάδια της καλλιέργειας της γης, χρησιμοποιούσε δασικά εδάφη, τα οποία τα είχε προετοιμάσει πιο πριν με την μέθοδο της κοπής και της καύσης των δένδρων. Η μέθοδος αυτή, ήταν και πολύ επιζήμια για τη φύση, αλλά και ελάχιστα αποδοτική. Ωστόσο, η ανθρωπότητα δεν είχε ακόμα επιδείξει την βουλιμία της και οι δραστηριότητες της δεν έρχονταν σε αντίθεση με την πορεία και την εξέλιξη των υπόλοιπων ζωντανών οργανισμών. Τα δένδρα των δασών ανανεώνονταν με την ίδια σχετικά ταχύτητα με την ταχύτητα κοπής τους. Πολύ αργότερα με την ανατροπή και των κλιματικών συνθηκών η κοπή και η καύση των δασών οδήγησε σε εκπτώχευση των εδαφών και σε πολλές περιπτώσεις σε απερήμωση.
Τα χρόνια περνάνε κατά χιλιάδες χωρίς να συμβαίνουν συγκλονιστικά γεγονότα. Σε κάποια χαμένη στο παρελθόν χιλιετία, εφευρέθηκε το άροτρο, που στη αρχή το έσερνε ο ίδιος ο άνθρωπος και περί την 5η χιλιετία τα εξημερωμένα μεγάλα ζώα, δηλαδή το βόδι και το άλογο.
Υπάρχουν μαρτυρίες για τη ζεύξη βοοειδών από μερικές χιλιετίες πρωτύτερα, όπως π.χ. Κύπρος 8300 π.Χ. Έτσι, περνάμε από την καλλιέργεια με κοπή και καύση των δασών στην καλλιέργεια με ελαφριά ζεύξη και πολύ αργότερα, μετά την ανακάλυψη του σιδήρου, το 1.100 π.Χ. όταν ο ιστορικός χρόνος άρχισε να μετριέται σε αιώνες, στην βαριά ζεύξη. Η καλλιέργεια με βαριά ζεύξη διακρίνεται από την καλλιέργεια με ελαφριά ζεύξη αφ ενός από την ανάγκη να σκαφτεί το έδαφος πιο βαθιά, κάτι που δεν είναι απαραίτητο για όλα τα εδάφη, αλλά και από τη χρήση μεταφορικών μέσων. Τα τροχήλατα οχήματα αντικαθιστούν τις μεταφορές πάνω στα σαμάρια των ζώων.
Με τη βαριά ζεύξη παραδόθηκαν στον άνθρωπο περισσότερες γαίες για εκμετάλλευση, που με την ελαφρά ζεύξη παράμεναν άγονες.
Οι καλλιέργειες με βαριά ζεύξη, αλλά και με ελαφριά ζεύξη, διατηρήθηκαν μέχρι τις μέρες μας, δηλαδή πριν την εκμηχάνιση – μηχανοποίηση της γεωργίας που σηματοδότησε την λεγόμενη πράσινη επανάσταση των ημερών μας.
Αργά, αλλά σταθερά, με την εξημέρωση των ζώων και τη χρήση της ζωικής λίπανσης, με την επιλογή των σπόρων και την δημιουργία φυτών αποδοτικότερων, με εμπλουτισμένα εδάφη λόγω της κτηνοτροφίας, με τον άνθρωπο μόνιμα εγκατεστημένο σε επιλεγμένες γόνιμες γαίες, (δέλτα ποταμών, παράλια ποταμών, εύφορες κοιλάδες, όπως λ.χ. Μεσοποταμία – Αίγυπτο), δημιουργούνται οι πρώτες πόλεις και αυτός που αργότερα πήρε τ’ όνομά του απ αυτές, δηλαδή: ο Πολιτισμός.
Ο άνθρωπος έμαθε να εκμεταλλεύεται τη γη, εναλλακτικά όχι για μεγαλύτερη απόδοση των εδαφών, όπως κακώς πιστεύεται, αλλά για να παράγει τροφή για τα ζώα του.
Πριν από ο τέλος του Μεσαίωνα ο άνθρωπος παρήγαγε τη τροφή του με συνδυασμένη Αγρανάπαυση – και Καλλιέργεια.
Απλωμένη σε μια τριετία, παίρνουμε

Μεγάλη αγρανάπαυση (15 μήνες) – χειμερινό δημητριακό (9 μήνες) - σύντομη αγρανάπαυση (8 μήνες) – εαρινό δημητριακό (4 μήνες)
Ως αγρανάπαυση ορίζεται η κατάσταση ενός αγροτεμαχίου, το οποίο παραμένει οργωμένο, αλλά χέρσο και τα αναφυόμενα φυτά χρησιμοποιούνται για την τροφή των ζώων.
Στο τέλος του Μεσαίωνα, η αγρανάπαυση αντικαθίσταται από την τριετή εναλλαγή καλλιεργειών, χωρίς αγρανάπαυση, σύμφωνα με την παρακάτω διαδοχή:
Τεχνητός λειμώνας (παραγωγή τροφής για ζώα) – χειμερινό δημητριακό – δευτερεύουσα κτηνοτροφική καλλιέργεια φθινοπώρου – εαρινό δημητριακό.
Η διαφορά της πρώτης αυτής γεωργικής επανάστασης συνίσταται στην αντικατάσταση της αγρανάπαυσης με καλλιέργειες για την παραγωγή τροφής για τα ζώα και επομένως και την παραγωγή περισσότερης κοπριάς, καθώς και αύξησης του ζωικού κεφαλαίου και των παραγώγων του, όπως μαλλί, γάλα, κρέας, δέρματα. Από τα νέα αυτά συστήματα χωρίς αγρανάπαυση επωφελείται και η παραγωγή δημητριακών επειδή διπλασιάζεται το ζωικό λίπασμα.Ανακεφαλαιώνοντας, τα γεωργικά συστήματα, στην Ευρώπη, μέχρι την εμφάνιση των γεωργικών μηχανών και πριν την πράσινη επανάσταση ήταν τα εξής:
1. Προσωρινή καλλιέργεια με κοπή και καύση (Νεολιθική εποχή)
2. Αγρανάπαυση και καλλιέργεια με ελαφριά ζεύξη (αρχαία εποχή)
3. Αγρανάπαυση και καλλιέργεια με βαριά ζεύξη (μεσαιωνική εποχή)
4. Καλλιέργεια χωρίς αγρανάπαυση (νεότερη εποχή)
Η καλλιέργεια χωρίς αγρανάπαυση, θα οδηγήσει σε υπερπαραγωγή και θα σπρώξει τον άνθρωπο στο άνοιγμα νέων αγορών και στην εκρηκτική αύξηση των μεταφορών.
Ο Jean Jaures, θα γίνει πολύ προφητικός σε μια ομιλία του στη Βουλή των αντιπροσώπων το 1897:

Ορίστε που τον αγρό του δεν επηρεάζουν πλέον φυσικές δυνάμεις, αλλά οικονομικές δυνάμεις, κοινωνικές δυνάμεις, ανθρώπινες δυνάμεις {….} Από συγκομιδή σε συγκομιδή, ενώ ο κόπος του παραμένει ο ίδιος η τιμή του σιταριού μειώνεται σχεδόν συνεχώς. {…} Εδώ και μισό αιώνα στις μεγάλες πεδιάδες της Ινδίας, της Ρωσίας της Ν. Αμερικής, κάποιοι άλλοι άνθρωποι εργάζονται με μικρότερο κόστος και όλη αυτή η παραγωγή, που ξαφνικά πλησιάζει με την ταχύτητα των μεγάλων πλοίων, τον πιέζει διαρκώς. Ορίστε λοιπόν που οι λαοί και οι μακρινές ήπειροι ξεπροβάλλουν από την καταχνιά ως σκληρή και ανυπόφορη πραγματικότητα, και μπορεί από την σπαρμένη ποσότητα σιταριού ενός αγρότη στη Ν. Αμερική, από τον μισθό που δίνεται στους φτωχούς μεροκαματιάρηδες της Ινδίας και ακόμα από τους τελωνειακούς, φορολογικούς, και νομισματικούς νόμους που εκδίδονται σε όλα τα μέρη του κόσμου να εξαρτηθεί η τιμή του σιταριού του, η τιμή της εργασίας του, ίσως η ευημερία του και η ελευθερία του.
Δεν θα επεκταθώ άλλο στο παρελθόν της γεωργίας, γιατί είναι πολύ δύσκολο να συμπεριλάβει κανείς μια τόσο ενδιαφέρουσα υπόθεση σε λίγες γραμμές.
Θα φτάσω στη σημερινή μηχανοποιημένη γεωργία.
Εκείνο που διαχωρίζει τους παλιούς αγρότες με αυτούς της νέας εποχής, είναι το κόστος των μέσων παραγωγής.
Τι χρειαζόταν παλιά ένας αγρότης για να καλλιεργεί τα χωράφια του: Πρώτα – πρώτα γη. Αυτή ή την είχε ή δούλευε σε ξένη και μοιράζονταν τη σοδειά με τον γαιοκτήμονα. Όταν είχε γη, τότε παρήγαγε τροφή για τη φαμίλια του, φίλαγε ένα μέρος του σπόρου για την επόμενη χρονιά και το υπόλοιπο το πούλαγε ή το αντάλλασσε με άλλα προϊόντα που είχε ανάγκη για να ζήσει. Από τα κέρδη, ένα μέρος έπρεπε να ξοδευτεί για να ανανεώσει ή να συντηρήσει τα μέσα παραγωγής του. Δηλαδή, κατά την εποχή της ζωικής ζεύξης, να φροντίσει τη βόδι του, ή τα βόδια του, να συντηρεί το άροτρό του, το δρεπάνι του, τη τσουγκράνα του, το κάρο του, να πληρώσει τον μυλωνά και κάτι άλλα μικροέξοδα που σίγουρα μου διαφεύγουν. Ποσά δηλαδή που μπορούσε μια οικογένεια να τα αντιμετωπίσει. Να συμπληρώσω, ότι κατά τον Μεσαίωνα, ο τόκος θεωρείτο διαβολικό πράγμα και ο φτωχός αγρότης, μάλλον δεν πλήρωνε τόκους, αν έπρεπε να πάρει δανικά, για την σπορά ή για τα εργαλεία του.
Τι συμβαίνει όμως την εποχή της εκμηχάνισης της γεωργίας;
Σημεία και τέρατα θα μπορούσε κανείς να πει και να σταματήσει η αφήγηση εδώ. Κατ αρχήν η διαφορά παραγωγικότητας των διαφόρων γεωργιών του κόσμου εκτινάχτηκε από το 1 προς 10 που ήταν κατά την περίοδο του μεσοπολέμου σε 1 προς 2000 στα τέλη του 20ου αιώνα.
Ας τα δούμε αναλυτικότερα, αξίζει τον κόπο:
1. Συστήματα χειρωνακτικής καλλιέργειας των μεσοτροπικών δασών και σαβανών (Pmax = 1 εκτάριο /εργάτη x 1000 κιλά /εκτάριο = 1000 κιλά/εργάτη ) και χειρωνακτικά συστήματα αρδευόμενης καλλιέργειας και καλλιέργειας ρυζιού με κατάκλυση με μια συγκομιδή ετησίως (Pmax = 0.5 εκτάρια/εργάτη x 2000/εκτάριο = 1000 κιλά/εργάτη)
2. Συστήματα καλλιέργειας δημητριακών με αγρανάπαυση με αλαφρά ζεύξη (Pmax = 3 εκτάρια /εργάτη x 600 κιλά /εκτάριο = 1800 κιλά/εργάτη ) και συστήματα αρδευόμενης καλλιέργειας και καλλιέργειας ρυζιού με κατάκλυση με μια συγκομιδή ετησίως (Pmax = 1 εκτάρια/εργάτη x 2000/εκτάριο = 2000 κιλά/εργάτη)
3. Συστήματα καλλιέργειας δημητριακών με αγρανάπαυση με βαριά ζεύξη (Pmax = 5 εκτάρια /εργάτη x 600 κιλά /εκτάριο = 3000 κιλά/εργάτη ) και συστήματα αρδευόμενης καλλιέργειας και καλλιέργειας ρυζιού με κατάκλυση με δύο συγκομιδές ετησίως (Pmax = 1 εκτάρια/εργάτη x 2 συγκομιδές x 2000 κιλά/εργάτη = 4000 κιλά/εργάτη)
4. Συστήματα καλλιέργειας δημητριακών χωρίς αγρανάπαυση με βαριά ζεύξη (Pmax = 5 εκτάρια /εργάτη x 1000 κιλά /εκτάριο = 5000 κιλά/εργάτη )
5. Συστήματα καλλιέργειας δημητριακών χωρίς αγρανάπαυση με εκμηχανισμένη ζεύξη (Pmax = 10 εκτάρια /εργάτη x 1000 κιλά /εκτάριο = 10000 κιλά/εργάτη )
Αυτή είναι η εικόνα της Γεωργίας μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. Δηλαδή αύξηση της παραγωγικότητας κατά 10 μονάδες, ή δεκαπλασιασμός της παραγωγικότητας στα 10.000 χρόνια.
Την ίδια εποχή, η χειρωνακτική καλλιέργεια ήταν παρούσα σε όλες τις χώρες της γης, ακόμα και στις πιο προηγμένες. Δίπλα στον αγρότη με τα τρακτέρ υπήρχε και ζούσε και ο αγρότης που χρησιμοποιούσε ζωική ζεύξη και οργανικά λιπάσματα. Είναι σημαντικό να πούμε ότι σε μερικά δέλτα της Α. και ΝΑ. Ασίας, η παραγωγικότητα μερικών καλά εξοπλισμένων ρυζοκαλλιεργητών που πραγματοποιούσαν δύο συγκομιδές, δεν υστερούσε με αυτή των γεωργών που χρησιμοποιούσαν την εκμηχανισμένη ζεύξη.
Με λίγα λόγια μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχε μια σχετική ισορροπία, παρότι οι πλούσιες χώρες με την εκμηχανισμένη γεωργία είχαν δεκαπλάσια παραγωγικότητα από αυτή των φτωχών αγροτών του πλανήτη.
Οι αποκλίσεις αυτές τον 20 αιώνα θα εκτιναχθούν στα ύψη. Η δεύτερη γεωργική επανάσταση – η πράσινη επανάσταση - που θα φέρει η ανόργανη λίπανση, η μηχανοποίηση, η εξειδίκευση, η επιλογή των σπόρων και ο τρόπος θεραπείας των ασθενειών θα φέρει τα πάνω κάτω.
Η παραγωγικότητα από 1 προς 10 που ήταν στις αρχές του αιώνα θα φτάσει στο 1 προς 2000 στην αρχή της νέας χιλιετίας!

Οι τιμές των γεωργικών προϊόντων θα πέσουν σε επίπεδα τόσο χαμηλά που οι φτωχοί αγρότες δεν θα μπορούν πια όχι μόνο να ανανεώσουν τα μέσα παραγωγής, αλλά ούτε να θρέψουν τις φαμίλιες τους.
Για αυτή την εξαθλίωση των αγροτών και τις συνέπειες της στην διεθνή οικονομία θα μιλήσουμε στο επόμενο ποστ.

*(μήνα που αντιστοιχεί σε 520,8 χρόνια)

Keine Kommentare:

Kommentar veröffentlichen

καλημέρα και καλά σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...